Τρίτη 31 Ιουλίου 2007

Οι δύο μέρες που άλλαξαν το Σινεμά


Ο Θάνατος του Bergman ήρθε σαν ηλεκτρονικό IM στον Messenger μου. Αυτό και τίποτα παραπάνω. Η φυγή του Antonioni όμως ήρθε να με αποτελειώσει. Και δεν μιλάω μόνο για τους δύο τεράστιους. Κοιτάξτε (links απ' τα blogs ειλικρινά φίλων):

László Kovács
Michel Serrault
Edward Yang (έστω και λίγο καθυστερημένα)
Ulrich Muehe

Michelangelo Antonioni
Ingmar Bergman 1
Ingmar Bergman 2
Ingmar Bergman 3
Ingmar Bergman 4
Ingmar Bergman 5
Ingmar Bergman 6
... ... ...

Το πιο επιτυχημένο σχόλιο που διάβασα ήταν ένα "Τέλος Εποχής". Το συζητάγαμε χθες και με τον nonick, o τελευταίος που έμεινε είναι ο Godard, ον παρ' όλα ταύτα ξεκομμένο απ' το σινεμά τον παραπάνω (...καλά ο Yang δεν μετράει - και μην νομίζεις Τασάρα ότι δεν σε υποψιάζομαι για τον Θάνατο και του Antonioni).

To σινεμά των μεγάλων δημιουργών, αυτών που ορίζουν τον auteur, έχει πλέον πεθάνει.

Δεν θα σταθώ ηλιθιωδώς στο αν υπάρχει ή δεν υπάρχει συνέχεια, στο αν κάποιοι μπορούν να αναπληρώσουν το κενό, στο αν η τέχνη ξύπνησε πιο ορφανή σήμερα το πρωί... Είπαμε τέλος εποχής για τον καλύτερο κινηματογράφο που είδαν τα μάτια μου, που άκουσαν τα αυτιά μου και που με έμαθε σινεμά.

Το ξαναβρήκα! Αυτό είναι το πετσοκομμένο μου συναίσθημα σήμερα. Φύγανε δυο δάσκαλοί μου.

Το σινεμά δεν άλλαξε στις δύο αυτές μέρες, το σινεμά ΜΟΥ τέλειωσε αυτές τις δύο μέρες.


THE END

Δεν είμαι καθόλου στεναχωρημένος γι' αυτό (και καλά). Καλές ταινίες δεν θα σταματήσουν ποτέ να υπάρχουν.

Μην ανησυχείτε...


Το βρήκα...


Πρέπει ο μέγας Παραγωγός να θέλει να γυρίσει μια σπονδυλωτή στον Παράδεισο.

Adio Michelangelo


Απίστευτο!

1966-2007


Φτου ξελευτερία!

Πέμπτη 12 Ιουλίου 2007

Mon Meilleur Ami


Ας υποθέσουμε ότι υπάρχει ένας επιτυχημένος επαγγελματικά έμπορος αντικών και έργων τέχνης που, απορροφημένος απ' την δουλειά όντας, παραμελεί αυτό που οι πολλοί ονομάζουν "προσωπική ζωή". Βρίσκετε κανένα λόγο να ξεκουνηθεί και να βγει στην πιάτσα αναζητώντας φίλους; Μόνο κοινωνικά είναι τα αίτια που θα μπορούσαν να τον οδηγήσουν σε τέτοιες ακρότητες. Δεν υπάρχει τίποτα λάθος στο πως ζει ο κεντρικός ήρωας της ταινίας (ο έμπορος) απλά η συμπεριφορά των γύρω του και οι κοινωνικές ταγές που θέλουν το άτομο, την μονάδα, να γίνεται μέρος συνόλων τον κάνουν να νομίζει ότι σφάλει. Εδώ οι παραπάνω ταγές μετουσιώνονται σε ένα στοίχημα με μια υπάλληλο, μια φίλη που ο πρωταγωνιστής δεν καταλαβαίνει ότι έχει. Του δίνονται 10 μέρες προθεσμία να αποδείξει ότι έχει έστω και έναν αληθινό φίλο. Πράγμα δύσκολο για έναν ακοινώνητο, αγενή και αντιπαθή στους γνωστούς του τύπο.

Στον αντίποδα ζει ένας οδηγός ταξί. Κι αυτός δεν έχει φίλους αλλά τουλάχιστον ξέρει να αποκωδικοποιεί την ανθρώπινη συμπεριφορά πράγμα που τον κάνει ιδιαίτερα συμπαθή στους γύρω. Είναι επίσης ολίγον παντογνώστης και παρακολουθεί τηλεπαιχνίδια γνώσεων από χόμπι έχοντας ως είδωλα τους παρουσιαστές τους. Όνειρο του είναι να εμφανιστεί στον γαλλικό "Εκατομμυριούχο" και θα το είχε πραγματοποιήσει αν δεν αγχωνόταν σε υστερικό βαθμό κάθε φορά που του παίρναν τη συνέντευξη κατά την αίτηση συμμετοχής. Σημειώστε ότι η γυναίκα του την έκανε στο παρελθόν με τον κάποτε καλύτερό του φίλο.

Οι παραπάνω μονοδιάστατοι χαρακτήρες χαρακτήρες μοιραία θα συναντηθούν σε μια τυπική καθημερινή (ταξί-)κούρσα και, αν και στην αρχή ο έμπορας αντιπαθεί τον οδηγό του, τελικά με τη δεύτερη φορά που ξαναβρίσκονται του ζητάει να τον βοηθήσει στο κυνήγι φίλων. Η υπόλοιπη ταινία αν δεν την έχετε ήδη καταλάβει δεν έχει σημασία.

Για την κλάση του
Patrice Leconte (ακόμη και γι' αυτή) η ταινία είναι απογοητευτική. Σ' αυτό δεν φταίει μόνο η απλοϊκή, ως και... προεφηβική, βασική σεναριακή ιδέα αλλά και η τραβηγμένη σημειολογία. Καλύτερα όχι τραβηγμένη, συμπιεσμένη, όπως τα κοντινά πλάνα των πρωταγωνιστών, για να χωρέσει στην τηλεοπτική τροπή κι αισθητική του τέλους. Γι' αυτό και επιβάλλεται οι χαρακτήρες να δρουν ως κλισέ, γι' αυτό και δεν αξιοποιείται παρά ελάχιστα η αρχική ιδέα με τον έμπορα να χρειάζεται έναν οδηγό για να του ανοίξει τα μάτια, γι' αυτό και το αρχαιοελληνικό βάζο, που συμβολίζει την υπέρτατη φιλία και τελικά σπάει, πρέπει να είναι πλαστό. Ανθρώπινη ταινία δεν αντιλέγω, με σωστή αφετηρία (κινηματογραφικά μιλώντας), αλλά απελπιστικά λίγη.

Ο
Daniel Auteuil (καλός ηθοποιός αλλά πραγματικά έχω βαρεθεί να τον βλέπω) σε ρόλο αντιπαθούς και ο ψιλοάγνωστος Dany Boon στο ρόλο του ταρίφα παντογνώστη δεν θα μπορούσαν να έχουν ευκολότερο έργο και ως εκ τούτου βγάζουν ολόκληρη την ταινία χωρίς πρόβλημα. Για τις απόλυτα προβλέψιμες ψυχολογικές τους μεταπτώσεις άλλωστε φροντίζει η κάμερα του Leconte, για τέτοια βολή μιλάμε...

Γιατί τώρα επέλεξε αυτόν τον "εύκολο" κινηματογράφο ο σκηνοθέτης; Είχα αυτή την απορία μέχρι που αξιώθηκα να διαβάσω το δελτίο τύπου:
Κομμάτι πρώτο: "
Δεν θα έλεγα ότι είναι μια αυτοβιογραφική ταινία αλλά αν κάποιος με ρώταγε "ποιος είναι ο καλύτερός σου φίλος" δεν θα είχα άμεση απάντηση. Αντίθετα όμως με τον πρωταγωνιστή, αυτό δεν αποτελεί πρόβλημα στη ζωή μου". (πλήρης συνείδηση του πόσο... ασυνείδητο είναι αυτό που πήγε να κάνει)
Κομμάτι δεύτερο: "
Δεν έχω χάσει την όρεξη μου για τις ταινίες. Απλά, θέλω να σταματήσω πριν κορεστώ. Κατά κάποιο τρόπο συμπεριφέρομαι σαν την Άννα Γκαλιένα στην ταινία (σ.σ: δικιά του είναι αυτή) "Ο Εραστής της Κομμώτριας". Όταν συνειδητοποίησε ότι ο έρωτας για τον αγαπημένο της δεν θα κρατούσε για πάντα, αποφάσισε να πέσει στο ποτάμι, ούσα όμως ακόμη ερωτευμένη. Μετά τον "Κολλητό Μου" (σ.σ: ο ελληνικός τίτλος - προφανώς το "Ο Καλύτερός μου Φίλος" δεν προτιμήθηκε προς αποφυγή της σύγχυσης με την "δικιά" μας ταινία) θα κάνω άλλες τρεις ταινίες. Και ξέρω ακριβώς ποιες είναι αυτές. Μετά, θα αποσυρθώ." (ελπίζω αυτές οι τρεις να δικαιώσουν το ρομαντισμό της καλλιτεχνικής σας "αυτοκτονίας", ο Φίλος θυμίζει περισσότερο δημόσιο υπάλληλο που περιμένει να συνταξιοδοτηθεί).

Τετάρτη 11 Ιουλίου 2007

Premonition


Παγιώνεται παράδοση που θέλει κάθε καλοκαίρι των τελευταίων χρόνων να βλέπουμε τη Sandra Bullock να τα βάζει με το χρόνο... Αν εξαιρέσουμε την παρουσία της ως υποψήφια Miss Αμερική στα δύο "Μις με το Ζόρι" και το μικρό της κομμάτι στο Crash του Paul Haggis (συγχωρέστε με αν κάποιο ξεχνάω), τα φιλμ της εμπεριέχουν ως πρωτεύουσα την έννοια του χρόνου ενώ κάποια απ' αυτά (όπως το Premonition που εξετάζουμε σήμερα) ασπάζονται μια καθαρά κινηματογραφική 4η διάσταση, άμεσα προσπελάσιμη απ΄τους πρωταγωνιστές. Για να γίνω πιο κατανοητός: 28 Days, Two Weeks Notice, Divine Secrets of the Ya-Ya Sisterhood, The Lake House, Premonition. Δεν ξέρω τι βίτσιο έχει αυτή η κοπέλα ή τι κόλλημα έχουν στην Αμερική να την βάζουν αντιμέτωπη συνεχώς με τον "μακρύ καλόγερο" που, όπως θα δούμε οι κουτσομπόληδες, στέκεται σκληρός απέναντι στο διαυγές και όμορφο πρόσωπό της...

Αν στο Lake House η Bullock ήταν σε ανοιχτή γραμμή με το παρελθόν μέσω ενός γραμματοκιβωτίου, στην νέα της ταινία κοιμάται σήμερα και ξυπνάει... πριν τρεις μέρες. Βασικά λειτουργεί και αντίθετα. Την μία μέρα ξυπνάει Πέμπτη, την επόμενη Δευτέρα, την μεθεπόμενη Παρασκευή και την μεθεμεθεπόμενη την περασμένη Κυριακή. Για να το καταλάβετε καταφύγετε στην λύση της εξίσου μπερδεμένης πρωταγωνίστριας: πάρτε την εβδομάδα απ' την αρχή της (Κυριακή, Δευτέρα και ου το καθεξής...) και σκεφτείτε ότι δεν θα την "ζήσετε" με τη σειρά. Θα ζήσετε πρώτα την Τετάρτη, μετά τη Δευτέρα σας, γενικά θα σας ξημερώνει μια random μέρα.

Ακριβώς σ' αυτό το σεναριακό τουρλουμπούκι είναι που ποντάρουν οι δημιουργοί. Βάζουν ένα τρακάρισμα το πρωί της Τετάρτης, στο οποίο σκοτώνεται ο σύζυγος της νοικοκυράς Bullock, στήνουν και μια πρόχειρη διαφημιστική καμπάνια όπου το Premonition δείχνει θρίλερ αγωνίας (το αποτέλεσμα απέχει μίλια απ' τα όσα προδιαθέτει το trailer), αλλά στην ουσία το σασπένς που ορθά χτίζεται αποκλειστικά στο πρώτο μέρος της ταινίας προδίδεται απ' την προβλέψιμη τροπή που παίρνουν τα πράγματα (κομβική για την παραπάνω θεώρηση η σκηνή που σκίζεται η σελίδα του τηλεφωνικού καταλόγου). Όσο κι αν τρέχει η νοικοκυρούλα μας να προλάβει το κακό, αγώνας στο όνομα της "Αγίας" Οικογένειας, ο θεατής έχει μαντέψει το τέλος ώρα πριν... Στο γενικά αποτυχημένο φιλμ αυτό αποτελεί και την μεγαλύτερή του ήττα.

ΥΓ: Όσοι με ξέρουν καταλαβαίνουν πως δεν μπορώ παρά να κλείσω με ένα σχόλιο σχετικά με τον ελληνικό τίτλο. Το PrEMONItion (που ουσιαστικά σημαίνει κάτι σαν πρόβλεψη και έχει σχέση με την ταινία σε κυριολεκτικό μάλιστα βαθμό) γίνεται Εμμονή (που ουδεμία σχέση έχει με την κατάσταση της ηρωίδας). Άλλη μια μεγάλη στιγμή του "αθάνατου Έλληνα διανομέα"...

Σάββατο 7 Ιουλίου 2007

Transformers


Το παιδί που κρύβεται μέσα τους (και στην τσέπη σας)

Είναι προφανές ότι στις πιο εμπορικές ταινίες του Hollywood, τις μεγαλεπίβολες περιπέτειες, η έμπνευση έχει εξαντληθεί. Για να αντιμετωπίσουν αυτήν την κατάσταση οι παραγωγοί και οι δημιουργοί στρέφονται είτε σε δοκιμασμένες ιδέες του πρόσφατου κινηματογραφικού παρελθόντος (όταν και η ταινία περιπέτειας εγκαθιδρύεται σε B.O., κινηματογραφικά λεξικά και τους πλέον σύγχρονους της εποχής κινηματογράφους) είτε σε ήρωες και σενάρια προερχόμενα απ' την τηλεόραση και τη (λαϊκή) λογοτεχνία. Στην δεύτερη κατηγορία εκπίπτουν και τα
Trans-for-mers τα οποία ενισχύουν και τα σημάδια παλιμπαιδισμού που παρατηρούνται τελευταία στα μεγάλα στούντιο με την στροφή σε παιδικά θεάματα των περασμένων 10ετιών.

Το παράδοξο με την περίπτωση τους είναι ότι δεν υιοθετούν τον, απόλυτα βολικό, βασικό συμβολισμό της σειράς. Στην τηλεόραση τα
Transformers μάχονται για τις πηγές ενέργειας που βρίσκουν στη Γη και απ' αυτές μπορούν να γεμίζουν τους ενεργειακούς τους κύβους. Όποιος έχει τις πηγές είναι και ο τελικός νικητής στην μάχη μεταξύ Autobots και Decepticons. Στην ταινία ο Megatron είναι μια μεγεθυμένη και ελαφρώς δαιμονοποιημένη εκδοχή του τηλεοπτικού του εαυτού. Ένας και μόνο ενεργειακός κύβος είναι η Φλόγα που γεννά νέα ρομποτοειδή, βρίσκεται στην Γη και τα Transformers χωρισμένα και πολύ πολύ καλά και πολύ πολύ κακά κατεβαίνουν στον πλανήτη μας μαχόμενα για τη σωτηρία του τα πρώτα, για να πάρουν τη Φλόγα και να κατακτήσουν το Σύμπαν (!;!;!) τα δεύτερα . Όπως καταλαβαίνετε οποιονδήποτε ενήλικο προβληματισμό περί πηγών ενέργειας περιείχε η τηλεοπτική βερσιόν, έρχεται το κινηματογραφικό σενάριο να τον γειώσει...

Τι μένει; Μια παιδική ταινία. Κατηγορηματικά. Προορισμένη αποκλειστικά για τους πολύ νεαρούς θεατές (περιττό να πω ποιοι κόβουν στην Αμερική τα περισσότερα εισιτήρια). Το χειρότερο μ' αυτήν δε δεν είναι ότι πέραν των πολυδάπανων εφέ δεν έχει τίποτα άλλο να δεις ούτε ότι ο Michael Bay συνεχίζει να χρησιμοποιεί τα 10-15 πλάνα που ξέρει ότι τον έκαναν τον πιο ακριβοπληρωμένο (δεν κάνω πλάκα για το αριθμό τους, μπορώ να τα κατονομάσω). Είναι ότι φέρει τις βαριές υπογραφές που τήκτουν τα trendsetters και το δείγμα είναι μια ταινία κομμένη και ραμμένη για το παιδικό γούστο. Κάθε καλαμπούρι απ' τα πολλά που περιέχει η ταινία και κάθε πομπώδης λόγος του πλανητάρχη Optimus Prime μυρίζει ρόμβο σε πράσινο πλαίσιο ήτοι κατάλληλο για όλους ήτοι την προκαθορισμένη γονική έγκριση. Άλλωστε δεν είναι καιροί να παίζουμε με 150 εκ. δολάρια...




Δευτέρα 2 Ιουλίου 2007

Scenes of a Sexual Nature


Έρως πάσης φύσεως... Έρως αναζωογονητικός, έρως ομοφυλοφιλικός, διαζευκτικός, φθονοποιός, έρως επί πληρωμή, ειλικρινής, παρανοϊκός, περιστασιακός, έρως κρυφός και ανεκπλήρωτος, έρως αλά γκρέκα (λέγε με καμάκι), ηδονοβλεψίας, άτσαλος, έρως έρως σαλάμι αέρος που το τρώει ο γέρος και παίρνει τα βουνά κατά την σπονδυλωτή αυτή ταινία. Περιστατικά που όλα τους εξελίσσονται σε ένα πάρκο του Λονδίνου κατά τη διάρκεια ενός απογεύματος και αφιερώνονται στο ευγενέστερο των συναισθημάτων με τον τρόπο που θα το έκανε ένας ρομαντικός και όχι το ένστικτο (αντίθετα με τα όσα υπόσχεται ο τίτλος).

Το συμπαθέστατο αυτό φιλμάκι του πρωτοεμφανιζόμενου Ed Blum ευτυχεί να διαθέτει ένα δυσανάλογα με την πραγματική ποιότητά του λαμπερό καστ. Όπως πληροφορούμαστε κι απ' το δελτίο τύπου για να μαζευτούν όλες αυτές οι γνωστές φάτσες χρειάστηκε, πέρα απ' τις λογικές εκπτώσεις στις απολαβές τους, ο σκηνοθέτης να υποθηκεύσει το σπίτι του! Τουλάχιστον του το ξεπληρώνουν, γιατί πέραν του ότι χάρη σ' αυτούς η ταινία έγινε η πιο επιτυχημένη ανεξάρτητη αγγλική παραγωγή της χρονιάς, συνδράμουν τα μέγιστα και στο καλλιτεχνικό αποτέλεσμα. Η πολύ καλή δουλειά που κάνει το καστ στο σύνολό του σώζει το Scenes απ' τους παραφορτωμένους διαλόγους. Η ταινία θεωρητικά ποντάρει σ' αυτό το ζωηρό και σπινθηροβόλο μπλα μπλα (γνωστή αγγλική ασθένεια) αλλά το βλέμμα των ηθοποιών αποδεικνύεται πολύ πιο αποτελεσματικό απ' την φουριόζα, χωρίς λόγο, πένα του σεναρίστα Aschlin Ditta. Και όλα αυτά ενώ έχει πιάσει απόλυτα το ρυθμό του φιλμ (ταυτίζεται μ' αυτόν ενός απογευματινού περιπάτου). Όπως και την πανανθρώπινη ανάγκη του να αγαπάς με όποιον τρόπο γουστάρεις και να αγαπιέσαι έστω κι αν αυτή δηλώνεται με τον πλέον κραυγαλέο τρόπο μέσω παρατράγουδων απ' τις ανθρώπινες σχέσεις.

Κυριακή 1 Ιουλίου 2007

Hostel: Part II


Τα πράγματα είναι απλά. Το Hostel 2 (ή Συνέχεια της Παράνοιας όπως ευφυώς βαφτίζεται απ' τον Έλληνα διανομέα) πατάει στην αρχική επιτυχημένη (τουλάχιστον στα ταμία) συνταγή. Μια κοπέλα ξελογιάζεται από μια μοντέλα Σλοβάκα (εξαιρετικό κομμάτι) και μαζί με δύο φίλες της πάνε στο περιβόητο hostel (ή Ξενώνα Νεότητος όπως ευτυχώς δεν ονομάστηκε στην Ελλάδα η ταινία) όπου θα απαχθούν για να γίνουν θύματα στα διεστραμμένα παιχνίδια πλουσίων σαδιστών. Για πρώτη φορά οι θεατές θα δουν πως λειτουργεί το όλο κύκλωμα, πως στήνονται τα φονικά για τους προνομιούχους όπως οι δύο επιχειρηματίες που "αγοράζουν" προς σφάξιμο δύο απ' τις πρωταγωνίστριες.

Το πρώτο
Hostel έγινε η σημαία για τη μίνι επανάσταση του splat-pack. Αν υπήρξε μανιφέστο πριν απ' την αποκορύφωση του Grindhouse ήταν εκείνο το φιλμ του Eli Roth. Τα ελαφρυντικά όμως πλέον δεν υπάρχουν. Όλα τα ενθουσιώδη μέλη της άτυπης αυτής ομάδας κινηματογραφιστών (που για πολλοστή φορά θα πούμε είχε την ευτυχία να γνωρίσει την υποστήριξη του Quentin Tarantino) έχουν προχωρήσει κάνοντας το δεύτερο βήμα στην horror καριέρα τους (κυρίως με sequel). Μετά τη διακήρυξη αναμένει κανείς κάτι... παραπάνω τέλος πάντων. Αυτό το δεύτερο μέρος όμως όχι απλά είναι μια εξευγενισμένη φωτοκόπια του πρώτου αλλά οι εύκολες επιλογές που καλείται να κάνει ο σκηνοθέτης στο τέλος του βγαίνουν σε ακίνδυνο θρίλερ δεκαετίας '90, το μεγαλύτερο πισωγύρισμα που θα μπορούσε να ΄χει.

Λιγότερο ενοχλητικό απ' τον προκάτοχό του (στο μάτι πάντα) και με περισσότερες σκηνές "αποφόρτισης" η ταινία υποβιβάζεται σε εύπεπτη γλυκοπατάτα. Προς Θεού όχι επειδή έχουμε λιγότερο αίμα αλλά επειδή η αναπαραγωγή τρόμου περνάει απ' το ένστικτο του θεατή στις καταστάσεις του σεναρίου. Με δεδομένες δε και τις αναφορές που υπάρχουν στο φιλμ ("διάσημοι" σκηνοθέτες που εμφανίζονται σε στιγμές, το βασανιστήριο της
Heather Matarazzo που προκύπτει κατ' ευθείαν απ' την μυθολογία του τρόμου) το φιλμ μοιάζει σαν το πρώτο, παιδικό σχεδόν, ευχαριστώ του Roth στο είδος. Και σ' αυτήν του την προσπάθεια κάνει και το τελευταίο του λάθος: αυτό το είδος που τόσο αγαπάει και αποφάσισε να υπηρετήσει απαιτεί μια επιτήδευση, μ' αυτήν γεννήθηκε και μ' αυτήν πορεύεται τόσα χρόνια. Ε ο Roth στην προσπάθειά του να την υιοθετήσει κάνοντας πιο "ταγμένο" το δεύτερο Hostel κάπου το παρακάνει. Δεκτές όλες οι προθέσεις για τον "καταλογισμό" της παράνοιας στους "αθώους", δεκτή η μεταφεμινιστική (τώρα το παράκανα εγώ) τροπή του φινάλε όπως και το σαφές επιμύθιο (τα λεφτά δεν αγοράζουν την ευτυχία, απλά χωρίς αυτά σήμερα δεν ζεις) αλλά για να τα δέσεις όλα μαζί δεν αρκεί να χαμογελάς πίσω από την κάμερα.

Μιλώντας εκ του ασφαλούς πάντα (χεχε) το
Hostel: Part II είναι καταδικασμένο να αποτύχει.

SherryBaby


Η Laurie Collyer στην πρώτη της ταινία μυθοπλασίας συνεχίζει το ώριμο κοινωνικό της σινεμά με αφετηρία για μια ακόμη φορά το περιθώριο. Καλοδεχούμενο το γεγονός ότι στο SherrBaby εμφανίζεται σε αντιπαραβολή με μια δυσ- (ή μισ- καλύτερα) λειτουργική μικροαστική κοινωνία.

H
Sherry Swanson (όπως swansong) είναι μια νεαρή κοπέλα που βγαίνει απ' τη φυλακή μετά από τρία χρόνια. Εκεί βρέθηκε για κλοπές που διέπραξε ώστε να υποστηρίξει την εξάρτησή της στα ναρκωτικά. Είναι πλέον καθαρή και έτοιμη να επανενταχτεί όπως η ίδια νομίζει, έτοιμη να ξαναγίνει η μητέρα της μικρής Alexis.

Η ίδια η
Sherry το παραδέχεται: "νόμιζα ότι θα βγω έξω και θα είναι ο παράδεισος". Τα πράγματα προφανώς δεν είναι καθόλου έτσι. Κατ' αρχάς η Alexis έχει πια μια καινούργια οικογένεια που δεν φαίνεται διατεθειμένη να την δώσει πίσω. Έχει καμιά απ' τις δυο πλευρές άδικο; Όχι... Απλά η πρωταγωνίστρια δείχνει να μην καταλαβαίνει ότι πλέον η μικρή δεν της ανήκει και τότε ξεκινάει ο πόλεμος. Απ' τη μια η πρώην ναρκομανής κι απ' την άλλη η εφησυχασμένη κοινωνία που δεν μπορεί να δεχτεί άτομα σαν την Sherry στους κύκλους της.

Η
Collyer με την ταινία στοχεύει την μικροαστική ηθική και πετυχαίνει διάνα. Τι πιο ικανό για να την προκαλέσει από μια όμορφη, περιθωριακή τύπισσα, ευάλωτη μέσα στο καινούργιο περιβάλλον... Η οικογένεια της Sherry, θεμέλιος λίθος στη σύγχρονη ηθική, δεν μπορεί να δεχτεί ότι η μπουζουριασμένη στο παρελθόν κοπέλα μπορεί να εξισωθεί με τα υπόλοιπα μέλη της. Κανένας δεν το λέει αλλά όλοι το δείχνουν. Εγγενής φόβος που ποτέ δεν κατάφεραν να τον ξεπεράσουν οι τάξεις και οι κοινωνικές ομάδες. Λάθος και η θεώρηση της ηρωίδας βέβαια, προφανώς η θέση της είναι αλλού, γι' αυτό και την σύντομη παρηγοριά δεν την βρίσκει στον αδερφό της, τον μοναδικό συγγενή της που φαίνεται να συμπάσχει, αλλά στον Ινδιάνο που βρίσκει στην ομάδα υποστήριξης και την γνωρίζει από παλιά που ήταν χορεύτρια σε ένα κλαμπ. Πάντως η κοπέλα έχει πείσμα και δεν κωλώνει πουθενά...

Το μεγαλύτερο όπλο της είναι η θηλυκότητά της. Αρχικά πρέπει να κάνει φίλους, δεν διστάζει να σκύψει για να τους αποκτήσει. Θέλει να γίνει νηπιαγωγός αντί για καθαρίστρια, δεν διστάζει να πέσει στα γόνατα. Δούναι και λαβείν, πράγμα απόλυτο θεμιτό και αποτελεσματικό στην περίπτωσή μας, αφού η Sherry εκμεταλλεύεται τις ορθάνοιχτες "τρύπες" στην ηθική των μικροαστών για να δει κι αυτή μια άσπρη μέρα. Μετά τη σύντομη επαφή μαζί της βέβαια θα συνεχίσουν να υφίστανται ως γραφικές υπάρξεις αλλά αφού πρώτα έχουν "ξεβρακωθεί" στα μάτια των θεατών. Δυστυχώς, στον αγώνα να πάρει την κόρη της πίσω το μεγάλο όπλο αχρηστεύεται... Εκεί βλέπετε έχει να κάνει με μια άλλη γυναίκα. Εκεί το πείσμα δεν αρκεί κι αρχίζει να απελπίζεται. Η γυναίκα του αδερφού της στην πραγματικότητα έχει πολλά περισσότερα να ζηλέψει απ' το ωραίο της σώμα, μαζί της και όλοι οι υπόλοιποι της νομικά κατοχυρωμένης οικογένειάς της. Πώς να κάμψει η δύσμοιρη ολομόναχη έναν αρτηριοσκληρωτικό θεσμό που έχει ριζώσει πια στο κοινωνικό οικοδόμημα και να πείσει για την σωστή ανατροφή (κι όταν λέω σωστή δεν συμμερίζομαι προφανώς τις απόψεις της "ανάδοχης" οικογένειας) τους ψευτοπουριτανούς; Αυτή έχει το όραμα αλλά εκείνοι έχουν το άλλοθι... Κάποια στιγμή ακολουθώντας δια της συνεχώς κινούμενης κάμερας κι εγώ την πρωταγωνίστρια πιάνω τον εαυτό μου να σκέφτεται: "Τραβηγμένο, αλλά πρέπει να της την πέσει κι ο πατέρας της" και δεν απογοητεύομαι. Η ίδια οικογένεια που, επικαλούμενη καθαρά δικά της ηθικά κωλύματα, φοβάται να παραδώσει το νεότερο μέλος της σε μια περιθωριακή (κι ας της ανήκει... γονιδιακά) τώρα, αποδεικνύοντας το πόσο ψεύτικες είναι οι νόρμες της και πόσο διαβρωμένη είναι, βάζει χέρι δια του αρχηγού της στην κλαίουσα Sherry... Θρίαμβος κατ' εμέ της γενικότερης προβληματικής, αποτυχία λογικά για τους περισσότερους γιατί εκεί η ταινία ξεφεύγει απ' αυτά που αντέχει να αναλογιστεί ο (αμυνόμενος) θεατής.

Τότε η Mrs Swanson εκρηγνύεται τρέχοντας από βαποράκι σε βαποράκι για να ξεχάσει. Τόσο ανυπόφοροι μπορούμε να γίνουμε. Η σκηνοθέτις αποφασίζει ότι όλες οι πρότερες προσπάθειες της ηρωίδας της θα γίνουν το "κύκνειο άσμα" της. Η παντελώς εξαιρετική Maggie Gyllenhaal (το περιμέναμε νομίζω απ' αυτήν) στην ουσία δεν θέλησε ποτέ να επανενταχτεί γιατί και ως ναρκομανής/κλέφτρα/χορεύτρια/δεν ξέρω εγώ τι άλλο δεν ήταν ποτέ μέλος του βάλτου που τελικά την κατανικά, αλλά και όταν αποφυλακίστηκε δεν είχε καμία διάθεση να συμβιβάσει την προσωπικότητά της και να φορέσει το προσωπείο της καλής νοικοκυράς που για να διασκεδάσει την πλήξη της βάφει τα νύχια της. Η επανένταξη της επεβλήθη απ' το όλο σύστημα, φυλάκιση και αναμόρφωση προς ένα ακόμη αναλώσιμο μέλος του που θα καθαρίζει τα σκουπίδια των από πάνω, αυτή θα ήταν υποτίθεται η δουλειά της. Μια τελευταία βόλτα με την κόρη της προς άγνωστη κατεύθυνση, μια τελευταία σκέψη προς ολική ρήξη με το "σύνολο" ("Θέλεις να πάμε στη Φλόριντα;" - άλλα όχι και η μικρή έχει μάθει αλλιώς και εσύ Sherry μου είσαι πολύ κουρασμένη) και τέλος. Ο αστυνόμος έχει διατάξει την επανέναρξη της όλης διαδικασίας. Πολύ θα γούσταρα ένα sequel του τύπου SherryButcher.

ΥΓ1. Θα πρέπει να συγχαρώ την Filmtrade για τις πολύ καλές φετινές επιλογές (όσες είδα τουλάχιστον).
ΥΓ2. Το θέμα που προκύπτει τώρα είναι θα φτάσουν ποτέ κοινωνικές ταινίες σαν κι αυτήν να ταρακουνήσουν το κοινό που πρέπει; Υπάρχουν στόχοι, υπάρχει τόλμη, αλλά τελικά μένουν όμορφες ανακυκλώσιμες ιδέες στο μυαλό συγκεκριμένης μερίδας.