
Πότε Κάφκα, πότε Γκαίτε...
Μια βόλτα στη βροχερή σουηδική πόλη αναπαράγει την ανθρώπινη μιζέρια και το μέγιστο, όσο και οικουμενικό, υπαρξιακό πρόβλημα: ζούμε σε βάρος των υπόλοιπων που δεν τους νοιάζει καθόλου.
Ο τίτλος και το ύφος του Εσείς οι Ζωντανοί προέρχεται από ένα στίχο του Goethe (βρίσκεται στις Ρωμαϊκές Ελεγείες, σύνολο μουσικότατων ποιημάτων που συνέγραψε κατά τα ταξίδια του στην Ιταλία). Αναλόγως ο Roy Andersson υπογράφει τη δική του "ελεγεία στην ανθρώπινη ύπαρξη" με μια φιλοσοφημένη κι εξίσου μουσική κωμωδία.
Οι πλανόδιοι χαρακτήρες του έργου, εκφραστές μιας τυπικά απάνθρωπης καθημερινότητας, διατυπώνουν υπαρξιακά ερωτήματα, εκδηλώνουν αστικές συνήθειες, εργάζονται, ονειρεύονται, νευριάζουν, αλλά πάνω απ' όλα στερούνται επικοινωνίας με το συνάνθρωπο. Η δράση τους περιορίζεται σε στατικά μονόπλανα, πατέντα του σκηνοθέτη ώστε να απομονώσει τα επεισόδιά του και παράλληλα δείγμα του λιτού, καθαρού σινεμά που επιδιώκει κοντά στη λογική του Ροσελινικού νεορεαλισμού (σχετικά πάντα με την έκφραση και την αλληλεπίδραση με το περιβάλλον).
Υπάρχουν δύο σκηνοθετικά ευρήματα που συναντάμε σ' ολόκληρη την ταινία. Το πρώτο είναι η καταιγίδα που φανερώνει την ανάγκη για ανθρώπινη αλληλεπίδραση (χαρακτηριστική σ σκηνή στη στάση του λεωφορείου) και το δεύτερο είναι μικροί απευθείας μονόλογοι μερικών απ' τους οριακά υπαρκτούς αντιήρωες του φιλμ στο φακό της κάμερας και κατ' επέκταση σε "εμάς τους ζωντανούς". Γιατί το οριακά υπαρκτοί που έγραψα παραπάνω εύκολα μεταφράζεται σε νεκροί, φροντίζει άλλωστε γι' αυτό η μουντή φωτογραφία και ο make-up artist με τα χλωμά πρόσωπα που δημιούργησε. ***Τα δύο αυτά ευρήματα συνδέονται άμεσα με το φινάλε: Στη θέα των βομβαρδιστικών που πλησιάζουν την πόλη καταλαβαίνει κανείς ότι η βροχή ήταν η τελευταία ευκαιρία των κατοίκων της. Στους μικρούς μονολόγους αποκαλύπτεται η πραγματική αιτία πίσω απ' το Du Levande: ο Andersson στην απελπισία των καθημερινών προσώπων του και στα κωμικοτραγικά περιστατικά, κρύβει μια έκκληση "ανθρωπιάς" (ειρωνεία που κρύβει αυτή η λέξη... εδώ αυτός που την στερείται απλά δεν είναι άνθρωπος), μια επίκληση απ' ευθείας στη συνείδηση του θεατή. Όταν και με τη βροχή (που τους φέρνει πιο κοντά) οι κάτοικοι αρνούνται να στραφούν στο διπλανό τους... τότε απλά έχουν ξεχάσει να ζουν και δεν υπάρχει λόγος να συνεχίσουν να υφίστανται... Υπάρχει άραγε μεγαλύτερος αμφισβητίας της ανθρώπινης ύπαρξης από ένα βομβαρδιστικό αεροπλάνο;
Το Du Levande θα μπορούσε να είναι μια υπαρξιακή εκδοχή των περίφημων, όσο και σύνθετων Τραγουδιών. Οι αφετηρίες για την αντιμετώπιση του γενικού τους θέματος είναι πολλές φορές οι ίδιες. Η κωμωδία όμως μοιάζει να υιοθετείται ως αυτοάμυνα απ' τον σκηνοθέτη απέναντι στο πρόβλημα που τέθηκε στην αρχή: "Η ζωή είναι σύνθετη για τον καθένα από εμάς και το χιούμορ αυτό που μας σώζει. Έτσι, θα έλεγα ότι το Εσείς, οι ζωντανοί είναι μια φάρσα για την ανθρώπινη κατάσταση." δηλώνει ο ίδιος συμπεριφορά που αντανακλάται και στην ταινία. Μακάρι η λύση να σωζόμασταν τόσο απλά.
ΥΓ. Αντιγράφω για δεύτερη φορά απ' το δελτίο τύπου της ΑΜΑ: "Θέλω να διαπραγματεύομαι υπαρξιακά ερωτήματα μέσα από κοινές φαινομενικά συνηθισμένες καταστάσεις (σ.σ. και το καταφέρνεις απόλυτα). Μετά τον νεορεαλισμό και τον κινηματογράφο του παραλόγου - σήμερα, προσπαθώ να εισάγω τον trivialism (κοινοτοπισμό)." R. Andersson