"Σε μια απομονωμένη βουνίσια φυλή, ο νεαρός κυνηγός ΝτεΛε βρίσκει τη μεγάλη αγάπη της καρδιάς του –την πανέμορφη Έβολετ. Αλλά όταν οι μυστηριώδεις Άρχοντες του Πολέμου κάνουν επιδρομή στο χωριό τους και απαγάγουν την Έβολετ, ο Ντελέ τίθεται επικεφαλής μιας μικρής ομάδας κυνηγών για να τους καταδιώξουν ως το τέλος του κόσμου, προκειμένου να τη σώσουν. Καθώς προχωρούν διακινδυνεύοντας τη ζωή τους μέσα σε άγνωστους τόπους, ανακαλύπτουν ότι υπάρχουν κι άλλοι πολιτισμοί πέρα από τον δικό τους κι ότι το ανθρώπινο γένος είναι πολύ μεγαλύτερο απ’ όσο είχαν φανταστεί. Σε κάθε νέα τους συνάντηση, στην ομάδα προστίθενται κι άλλες φυλές, στις οποίες έχουν επιτεθεί οι Σκλάβοι Επιδρομείς, μετατρέποντας έτσι την κάποτε μικρή ομάδα του Ντελέ σε κανονικό στρατό πολεμιστών."
Κάτι μου λέει ότι η οπτική που ταιριάζει στον Emmerich είναι αυτή του Almighty και όχι του κυνηγού. Ο σκηνοθέτης έχει μια έμφυτη τάση στο μεγαλειώδες, κρίμα που οι ταινίες του μένουν απλά στο μεγαλόπνοο. Και το κακό είναι ότι όσο μεγαλύτερος ο στόχος τόσο πιο κραυγαλέα η αποτυχία. Περιττό λοιπόν να πούμε ότι εδώ που καταπιάνεται με την μεγαλύτερη ανθρώπινη περιπέτεια τα κάνει θάλασσα.
Οι βασικοί συντελεστές της ταινίας προσπαθούν να στηρίξουν ένα μυθικών διαστάσεων έπος σε ένα ακατάσχετο αράδιασμα από φυλές, στολές, σκηνικά, τέρατα και δεν ξέρω εγώ τι άλλο. Η πορεία των τριών κυνηγών που θα ξεκινήσουν φτωχοί και καταφρονεμένοι και θα αντιμετωπίσουν τον ίδιο το Μεγαλοδύναμο έχει μεν κάτι από τις προϊστορικές αφηγήσεις των μεγάλων χασικλήδων της εποχής, αλλά όταν το δευτεροπαλίκαρό σου το λένε Τικ-Τικ και βάζεις στο στόρι πολεμιστές που νομίζουν ότι είναι πουλιά και τους φωνάζουν Τουτ-Τουτ... τότε μάλλον έχεις περάσει προ πολλού στα ληγμένα. Διότι το χόρτο όπως μας διδάσκει η ταινία τότε ήταν αγνό κι η γιαγιά στο χωριό των κυνηγών μπορούσε να βλέπει και να προβλέπει με ακρίβεια γεγονότα και μελλούμενα (ας μην ξεχνάμε και την κλασσική ιατρική που συμφωνεί στο ότι η κάνναβη μπορεί να βοηθήσει στη πρόληψη ασθενειών). Λέγεται μάλιστα πως οι μάγιστροι της περιοχής της Μεσοποταμίας, στην οποία μπορούμε εύκολα να πούμε ότι εξελίσσεται η δράση της ταινίας, ήταν αυτοί που έδωσαν το όνομά του στο ευεγερτικό φυτό.
Που θέλω να καταλήξω με όλα αυτά. Η αλήθεια είναι ότι τέτοιου τύπου ειρωνία δεν πρέπει στον Roland Emmerich. Απ' το ελάχιστο που τον ξέρω (τις ταινίες του και 5-6 συνεντευξεις εννοώ - μην πάει ο νους σας στο πονηρό) δείχνει παντελή έλλειψη προθέσεων αναφορικά με το κάθε του φιλμ, δείχνει να διασκεδάζει με την ιδέα ότι κανένας δεν μπορεί να ξοδέψει άσκοπα τόσα λεφτά όσο αυτός ενώ, ειδικά για το 10.000 B.C. μπορεί να δικαιολογήσει με τουλάχιστον 10 καθαρά κινηματογραφικά επιχειρήματα γιατί η ταινία ΕΙΝΑΙ μια τεράστια αποτυχία. Κι εγώ που είμαι αισθηματίας τον συμπαθώ τον άτιμο.
Χωρίς όμως το προφανές είναι αδύνατο να αντέξει κάποιος αυτό το άρυθμο, ανιστόρητο (κι αυτά είναι τα λιγότερα) και γενικώς εκτρωματικό δημιούργημα, η χρησιμότητα του οποίου περιορίζεται στην εφαρμογή κάποιων πρωτοποριακών εφέ. Αυτά τουλάχιστον είναι καλύτερα απ' ότι περίμεναν όσοι έχουν δει το trailer.
Κάτι μου λέει ότι η οπτική που ταιριάζει στον Emmerich είναι αυτή του Almighty και όχι του κυνηγού. Ο σκηνοθέτης έχει μια έμφυτη τάση στο μεγαλειώδες, κρίμα που οι ταινίες του μένουν απλά στο μεγαλόπνοο. Και το κακό είναι ότι όσο μεγαλύτερος ο στόχος τόσο πιο κραυγαλέα η αποτυχία. Περιττό λοιπόν να πούμε ότι εδώ που καταπιάνεται με την μεγαλύτερη ανθρώπινη περιπέτεια τα κάνει θάλασσα.
Οι βασικοί συντελεστές της ταινίας προσπαθούν να στηρίξουν ένα μυθικών διαστάσεων έπος σε ένα ακατάσχετο αράδιασμα από φυλές, στολές, σκηνικά, τέρατα και δεν ξέρω εγώ τι άλλο. Η πορεία των τριών κυνηγών που θα ξεκινήσουν φτωχοί και καταφρονεμένοι και θα αντιμετωπίσουν τον ίδιο το Μεγαλοδύναμο έχει μεν κάτι από τις προϊστορικές αφηγήσεις των μεγάλων χασικλήδων της εποχής, αλλά όταν το δευτεροπαλίκαρό σου το λένε Τικ-Τικ και βάζεις στο στόρι πολεμιστές που νομίζουν ότι είναι πουλιά και τους φωνάζουν Τουτ-Τουτ... τότε μάλλον έχεις περάσει προ πολλού στα ληγμένα. Διότι το χόρτο όπως μας διδάσκει η ταινία τότε ήταν αγνό κι η γιαγιά στο χωριό των κυνηγών μπορούσε να βλέπει και να προβλέπει με ακρίβεια γεγονότα και μελλούμενα (ας μην ξεχνάμε και την κλασσική ιατρική που συμφωνεί στο ότι η κάνναβη μπορεί να βοηθήσει στη πρόληψη ασθενειών). Λέγεται μάλιστα πως οι μάγιστροι της περιοχής της Μεσοποταμίας, στην οποία μπορούμε εύκολα να πούμε ότι εξελίσσεται η δράση της ταινίας, ήταν αυτοί που έδωσαν το όνομά του στο ευεγερτικό φυτό.
Που θέλω να καταλήξω με όλα αυτά. Η αλήθεια είναι ότι τέτοιου τύπου ειρωνία δεν πρέπει στον Roland Emmerich. Απ' το ελάχιστο που τον ξέρω (τις ταινίες του και 5-6 συνεντευξεις εννοώ - μην πάει ο νους σας στο πονηρό) δείχνει παντελή έλλειψη προθέσεων αναφορικά με το κάθε του φιλμ, δείχνει να διασκεδάζει με την ιδέα ότι κανένας δεν μπορεί να ξοδέψει άσκοπα τόσα λεφτά όσο αυτός ενώ, ειδικά για το 10.000 B.C. μπορεί να δικαιολογήσει με τουλάχιστον 10 καθαρά κινηματογραφικά επιχειρήματα γιατί η ταινία ΕΙΝΑΙ μια τεράστια αποτυχία. Κι εγώ που είμαι αισθηματίας τον συμπαθώ τον άτιμο.
Χωρίς όμως το προφανές είναι αδύνατο να αντέξει κάποιος αυτό το άρυθμο, ανιστόρητο (κι αυτά είναι τα λιγότερα) και γενικώς εκτρωματικό δημιούργημα, η χρησιμότητα του οποίου περιορίζεται στην εφαρμογή κάποιων πρωτοποριακών εφέ. Αυτά τουλάχιστον είναι καλύτερα απ' ότι περίμεναν όσοι έχουν δει το trailer.
6 σχόλια:
να σου πω την αλήθεια εγώ πλέον όπου δω τον Roland Emmerich στην σκηνοθεσία ή την παράγωγη αλλάζω δρόμο.ποτέ δεν μου έδειξε ότι μπορεί να ανταπεξέλθει στο είδος των ταινιών που έχει επιλέξει να κάνει, ενώ συγκεκριμένα το μόνο που θα με τράβαγε να δω αυτήν την ταινία θα ήταν η αφίσα, αλλά αρκεί το τρέηλερ και μόνο για να απογοητευτώ και πάλι.
Παρεπιπτόντως η σκηνή που υπόσχεται-υπονοέι-δείχνει-αναπαριστά η αφίσα δεν υπάρχει πουθενά μέσα στην ταινία...
καλό κι αυτό.μου θυμίζει μια ταινία που είχα νοικιάσει παλιά (ανάθεμα κι αν θυμάμαι τον τίτλο) μόνο και μόνο για μια τύπισσα στην αφίσα η οποία έκανε ένα μόνο πέρασμα στην αντίστοιχη σκηνή της ταινίας κι αν θυμάμαι καλά δεν μιλούσε καν.
η αφίσα ήταν από μια σκηνή που οι 2 πρωταγωνίστριες ανανέωναν το make up τους στο μπάνιο μιας καφετέριας και ανάμεσα τους έιχε μπει μια τύπισσα αλα Erikah Badu, που μου τράβηξε την προσοχή.
Δεν ξέρω τι λες εσύ και η ακατάσχετης ειρωνείας γλωσσοκοπανίτσα σου - δηλαδή διαβάζω και πάλι δεν καταλαβαίνω κάτι εκτός από το ότι το γαμάς με ευγενική προστυχότητα(sic) - ο Ronald έχει κάνει το Day After Tomorrow κι αυτό λέει πολλά παραπάνω από σάτυρους (προσοχή στο υ) σαρκογραφολόγους.
Ιταμέ!
Και για την παρεξήγηση των τρίτων:
Σε πάω ρε φίλε.
α. Έχω διατυπώσει άποψη για την τρομολαγνική κλανιά που λέγεται Day After Tomorrow.
μπε. Κι εγώ πάω τον Emmerich.
σε. Κι εσένα σε πάω
ντε. Stargate και Godzillaς... Όλοι οι άλλοι...
Δημοσίευση σχολίου